Παρασκευή 10 Μαρτίου 2017

ΤΟ ΠΑΛΙΚΑΡΙ ΗΤΑΝ …ΑΠΕΙΘΑΡΧΟ


            Τέτοιον αέρα, δεν είχαμε ξανασυναντήσει στη ζωή μας. Σωστή θεομηνία. Ο οδηγός της παρέας, επιστρατεύοντας όλες του τις ικανότητες, κατάφερε να δαμάσει τις απίστευτα ισχυρές αιολικές ριπές, να κρατήσει το ταλαιπωρημένο Φίατ 127μέσα στα όρια της ασφάλτου που ένωνε την εθνική οδό με το Λουτράκι Κορινθίας, και να παρκάρει τελικά με ασφάλεια σε μία πάροδο κοντά στην παραλία.
Σταθήκαμε τυχεροί που βρήκαμε αμέσως -μέσα στην ερημιά του Δεκέμβρη του ’79- τη μόνη ανοιχτή ψαροταβέρνα της λουτρόπολης, που τ’ απογεύματα λειτουργούσε και ως καφετέρια σερβίροντας καφέ και αναψυκτικά.
Ήταν σχεδόν γεμάτη! Τα περισσότερα τραπέζια, τα είχαν καταλάβει οι φαντάροι χειριστές μηχανημάτων, που ξόδευαν την έξοδό τους από τη Σχολή Μηχανικού, γλυκοκοιτάζοντας συντονισμένα τις τρεις νεαρές κοπέλες που φιλοξενούσε ένα τραπεζάκι κοντά στην αυτοσχέδια ξυλόσομπα, αδιαφορώντας για το ανατριχιαστικό και πανέμορφο συνάμα θέαμα που δημιουργούσαν  τα τεράστια κύματα του Κορινθιακού, όταν, λίγο πριν συντριβούν με πάταγο πάνω στο τσιμεντένιο κράσπεδο της προκυμαίας, σκαρφάλωναν πέντε-έξι μέτρα πάνω από την επιφάνεια του δρόμου και σου δημιουργούσαν την αίσθηση πως θα σε καταπιούν.
            Όταν έπεσε μετά από λίγο το σκοτάδι και η ταβέρνα άδειασε, ήρθε και κάθισε κοντά μας ο ταβερνιάρης που δεν έκρυψε καθόλου την διάθεσή του για κουβέντα. Μας κέρασε μάλιστα χύμα κορινθιακή ρετσίνα και μια πιατέλα με φρέσκες καραβίδες!
-           Να πάτε αύριο στο Μοναστήρι, μας είπε φιλικά. Έχει γιορτή, γιορτάζει ο Όσιος Πατάπιος, να προσκυνήσετε και το Ιερό του Λείψανο. Εκεί ακόμα, βρίσκεται και η Τιμία Κάρα της Αγίας Υπομονής, που ήταν η μητέρα του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, του τελευταίου αυτοκράτορα! Ελάτε εδώ να δείτε!
-          Μας οδήγησε στην άκρη της τζαμαρίας που έβλεπε προς το βουνό.  Να! Εκεί που βλέπετε τα φώτα είναι η Ιερά Μονή. Καθίστε τώρα να σας πω μια ιστορία: 
«Παλιά, που δεν υπήρχε δρόμος για το Μοναστήρι, υπηρετούσα τη θητεία μου στο Μηχανικό με την ειδικότητα του χειριστή αεροσυμπιεστή, να, όπως τα φανταράκια που καθόντουσαν πρωτύτερα εδώ χάμου. Ένα πρωί που λέτε, μας κάλεσε καμιά εικοσαριά κληρωτούς ο Διοικητής της Σχολής Μηχανικού και μας ανέθεσε να φτιάξουμε τον δρόμο από χαμηλά, από τα θερμά Λουτρά, ως την κορφή σχεδόν που βρίσκεται το Μοναστήρι. Αρχική διάνοιξη δηλαδή. Η πλαγιά, όπως την είδατε κι εσείς, είναι απόκρημνη, γεμάτη βράχια, επικίνδυνη! 
Με χίλια ζόρια προχωρούσε η δουλειά και η μπουλντόζα (προωθητής) αγκομαχούσε στην ανηφόρα να σπάει τα βράχια, γιατί δεν μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε εκρηκτικά, μιας κι από κάτω περνούσε ο κεντρικός δρόμος προς την Περαχώρα και είχε κίνηση. 
Κάποια κακιά στιγμή, τινάζεται η λεπίδα του μηχανήματος σε ένα βράχο μυτερό, η μπουλντόζα φέρνει δύο στροφές γύρω από τον άξονά της και σκαλώνει, ως εκ θαύματος, στην άκρη του γκρεμού πενήντα μέτρα πάνω από τη θάλασσα. Μεγάλη η χάρη του Οσίου! 
Ο επικεφαλής Λοχαγός, τρελάθηκε από τη στεναχώρια του. Όλοι όσοι ζήσαμε το περιστατικό είχαμε πάθει σοκ και πιο πολύ απ’ όλους ο οδηγός της μπουλντόζας, που, ίσα που πρόλαβε και πήδηξε απ’ το μηχάνημα για να σωθεί. Κι εκεί που όλους μας έπιασε απελπισία, παρουσιάζεται στον Λοχαγό ένα παλικάρι από την Ήπειρο, που ήταν μαθημένο από βουνά κι από χαράδρες, και του δηλώνει ότι αυτός μπορεί να βγάλει τη μπουλντόζα από το χείλος του γκρεμού. 
Ο Λοχαγός, τον κοίταξε με δυσπιστία γιατί ήξερε πως είχε δίπλωμα από άλλο μηχάνημα που ήτανε παρόμοιο με την μπουλντόζα αλλά όχι ίδιο. Κι έτσι, του το απαγόρευσε. Δεν πέρασαν όμως ούτε πέντε λεπτά και μόλις ο Λοχαγός έστρεψε την προσοχή του κάπου αλλού, αυτός ανέβηκε πάνω στην μπουλντόζα  την έβαλε μπροστά, σήκωσε λίγο το μαχαίρι της από το έδαφος, μπλόκαρε με ένα κόλπο τη μία ερπύστρια και επανέφερε το τεράστιο μηχάνημα στο ίσιωμα. Έπεσε αμέσως τρελό χειροκρότημα. Ο Λοχαγός τον αγκάλιασε και τον φίλησε για την παλληκαριά και τις ικανότητές του και του έριξε και δέκα μέρες φυλακή για την απειθαρχία του, που δεν τον άκουσε. 
Και σαν να μην έφτανε αυτό, σκαρφάλωσε πάλι αυτό το παλικάρι στην μπουλντόζα και την ανέβασε πλαγιαστή με ακροβατική μαεστρία, χωρίς καθόλου να φοβάται, ως το Μοναστήρι. Και από εκεί, βάλθηκε μόνος του, να ανοίγει τον δρόμο από πάνω προς τα κάτω, στην κατηφόρα δηλαδή, αφήνοντάς μας όλους αποσβολωμένους. Σε πέντε μέρες είχαμε τελειώσει το δρόμο, ενώ αλλιώς, θα θέλαμε τρεις μήνες το λιγότερο…».
*****
Την ίδια ιστορία, την άκουσα τις προάλλες στο καφενείο της παλιάς μου γειτονιάς, όταν πήγα να δω στη συνδρομητική τηλεόραση έναν ποδοσφαιρικό αγώνα. Εκεί συνάντησα τον παλιό φίλο και γείτονα, τον Πάνο. Ο αγώνας ήτανε ανιαρός και έτσι πιαστήκαμε να λέμε ιστορίες από το στρατό. Όταν ήρθε η σειρά του Πάνου να πει μια ιστορία, στην οποία ήτανε ο ίδιος πρωταγωνιστής, άρχισε να μου διηγείται την ίδια ιστορία που είχα ακούσει για πρώτη φορά, πριν από …χίλια χρόνια, από τον ταβερνιάρη στο Λουτράκι. Πως δηλαδή, με δικό του ρίσκο και πρωτοβουλία, ανοίχτηκε ο δρόμος προς την Ιερά Μονή του Οσίου Παταπίου. Δεν του είπα ότι την ήξερα την ιστορία επίτηδες, τον άφησα να την τελειώσει. Προς τιμήν του, δεν υπερέβαλε καθόλου! 
Μόνο που κάτι «ξέχασε» να αναφέρει! Τις ..δέκα μέρες φυλακή, που εισέπραξε για ανυπακοή από τον Λοχαγό του!!!

Γιάννης Β. Δεβελέγκας



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου