Τετάρτη 20 Απριλίου 2016

ΘΕΛΕΙ ΑΡΕΤΗΝ ΚΑΙ ΤΟΛΜΗΝ…

           
 

            Τις προάλλες, ο Σύνδεσμος Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, απένειμε στους εκπαιδευτικούς που πρωτοδιορίστηκαν κάτω από τραγικές για την πατρίδα μας συνθήκες, στις δεκαετίες του 40 και του 50, αναμνηστικά διπλώματα για το πολύτιμο έργο τους. Η σεμνή αυτή εκδήλωση μνήμης και σεβασμού, έδωσε τον χρόνο και το βήμα στους ίδιους τους πρωταγωνιστές, για να διηγηθούν μία ιστορία, από τη δική τους διαδρομή στις αίθουσες διδασκαλίας. Στους δασκάλους μας δηλαδή, που προσέφεραν ψυχή και σώμα στην υπηρεσία του έθνους, τα δύσκολα εκείνα χρόνια που η Ελλάδα με αιχμή του δόρατος την εθνική παιδεία, προσπαθούσε να σταθεί ξανά στα πόδια της, ύστερα από μια σειρά καταστροφικών πολέμων κι απέναντι σε μία ύπουλη και ξενοκίνητη διχόνοια.
            Βέβαια, όπως έλεγε και ο μεγάλος Άγγελος Τερζάκης, «Κάθε ιστορία συντίθεται από δύο στοιχεία, που ο χρόνος τα αποχωρίζει: Το πρώτο είναι τα γεγονότα που μπορείς να τα αποκαταστήσεις ακόμη και ύστερα από αιώνες και το δεύτερο είναι το άρωμα της εποχής, του οποίου όμως χάνεται η αίσθηση μαζί με την στιγμή, ακόμα και από εκείνους που το ένιωσαν»!
Με την έννοια αυτή, η ιστορία που ακολουθεί και που είναι τόσο απίστευτη όσο και αληθινή, έχει απλά και μόνο την ευγενή φιλοδοξία να αποκαταστήσει, μέσα σε λίγες μόλις παραγράφους, το γεγονός. Το γεγονός που διαμόρφωσαν οι καταστάσεις και η προσωπικότητα της Άννας, μιας νεαρής δασκάλας που κλήθηκε να επιτελέσει το καθήκον της στα χρόνια του εμφυλίου, όταν τοποθετήθηκε ως διευθύντρια της Οικοκυρικής Σχολής Αρίστης Ζαγορίου, πριν ακόμα γιορτάσει τα εικοστά γενέθλιά της:
«Οι πρώτες μέρες του Σεπτέμβρη του ¨46, έφεραν άσχημο προμήνυμα για έναν βαρύ χειμώνα. Ποιος θα νοιαζόταν όμως γι όλα αυτά, όταν πριν λίγες μόλις μέρες πήρε το χαρτί του διορισμού στα χέρια;
Τα όνειρα και τα σχέδια της Άννας για μια ευτυχισμένη δημιουργική ζωή, ήρθε ο καιρός να γίνουνε πραγματικότητα. Το φως του σπαρματσέτου που πριν από λίγο καιρό τρεμόπαιζε πάνω στις σελίδες των βιβλίων της Σχολής της, έφεγγε τώρα δυνατότερα. Μεταμορφώνονταν σιγά – σιγά σε ήλιο λαμπερό που αντανακλούσε ζεστασιά, ελπίδα, αυτοπεποίθηση, ομορφιά και αισιοδοξία. Οι δυσκολίες όμως καιροφυλακτούσαν και οι κίνδυνοι είχαν στημένο το δικό τους καραούλι, καταχωνιασμένο μέσα στις σκιές που γένναγαν και έθρεφαν, ο εμφύλιος, η εξαθλίωση, η αμορφωσιά και η δυστυχία.  
Το λεωφορείο της γραμμής από τα Γιάννενα προς Κόνιτσα, την άφησε λίγο μετά το μεσημέρι στην διασταύρωση για την Αρίστη. Η ανυπομονησία που δημιουργούσε η λαχτάρα  να αντικρύσει τη Σχολή και τις μαθήτριές της, άρχισε σταδιακά να αντικαθίσταται από ένα περίεργο ρίγος και μια ανησυχία που διαπερνούσαν το κορμί της μαζί με τις ριπές του παγωμένου αέρα που κατέβαζε το βουνό. Έμεινε εκεί ολομόναχη μέσα στην ερημιά του χέρσου. Το φορτηγάκι του γραμματέα της Κοινότητας που θα την μετέφερε στο χωριό δεν φαινόταν πουθενά. Κρύωνε! Άνοιξε το βαλιτσάκι που περιείχε όλη της την περιουσία. Δυο - τρία βιβλία, μερικά ρουχαλάκια και μια πλεγμένη ζακετούλα, με την οποία είχε τυλίξει την κορνίζα του πτυχίου της προσεκτικά. Σκέφτηκε να την βγάλει και να τη φορέσει. Ύστερα το μετάνιωσε! 
Οι πρώτοι μήνες στη Σχολή κύλισαν όμορφα και δημιουργικά, αν και της έλειπε το σπίτι της το πατρικό στα Γιάννενα, κοντά στη λίμνη. Της έλειπαν  πολύ και οι δικοί της, μα πιότερο απ΄ όλα της έλειπε ο αρραβωνιαστικός της που ήταν αξιωματικός Διαβιβάσεων και υπηρετούσε τότε στην Αθήνα. Ωστόσο, δεν παραπονιόταν. Την γέμιζε η αγάπη των μαθητριών της και η αποδοχή, η εκτίμηση και ο σεβασμός που έδειχνε στο πρόσωπό της το χωριό.     
Ένα βράδυ, αργά, ενώ καθότανε στο γραφειάκι της και ετοίμαζε το πρόγραμμα της επομένης, ακούστηκαν απ΄ την πλατεία θόρυβοι περίεργοι κι αμέσως ύστερα τρεχαλητό. Έκανε να ανοίξει την πόρτα και τότε αντίκρισε αιμόφυρτους δυο άντρες να την κοιτούν στα μάτια εκλιπαρώντας για βοήθεια. Τους μάζεψε μέσα, τους οδήγησε σ΄ ένα μικρό δωμάτιο που χρησιμοποιούσαν για αναρρωτήριο της Σχολής κι έδωσε αμέσως εντολή στην επιστάτρια, να τους παρασχεθούν πρώτες βοήθειες.
Σαν δέθηκαν τα τραύματα και οι άνδρες ήταν έτοιμοι να φύγουν, ακούστηκαν επίμονα και δυνατά χτυπήματα στην είσοδο. «Αστυνομία, ανοίξτε γρήγορα την πόρτα»! Η νεαρή δασκάλα κόντεψε να λιποθυμήσει από τον φόβο της. Μάζεψε όμως όλες τις δυνάμεις της και χωρίς να λογαριάσει τις συνέπειες, έκρυψε και προστάτεψε από ένστικτο και ανθρωπισμό τους τραυματίες. Οι άνδρες της Χωροφυλακής, έψαξαν παντού μα δεν τους βρήκαν. Ύστερα, αφού την προειδοποίησαν πως οι καταζητούμενοι ήταν αντάρτες του ΕΛΑΣ και επικίνδυνοι, έφυγαν. Αυτή, τρεμάμενη ακόμα από φόβο, φίλεψε τους τραυματίες από το συσσίτιο των κοριτσιών και τους έδιωξε από την πίσω πόρτα της Σχολής, με την παράκληση να μη ξαναπεράσουν.
Τις επόμενες μέρες τα πράγματα δυσκόλεψαν. Οι μάχες ανάμεσα στους αντάρτες και στα ένοπλα τμήματα της Χωροφυλακής όλο πυκνώνανε και αυξάνονταν σε αγριότητα. Μια μέρα που απουσίαζε σε αποστολή το απόσπασμα της Χωροφυλακής, μπήκαν αντάρτες στο χωριό και πιάσανε όποιους βρήκανε μπροστά τους για να τους ανακρίνουν και να αποσπάσουνε πληροφορίες. Ανάμεσα σ αυτούς και τη δασκάλα. Θα την είχαν γδάρει ζωντανή και θα την είχαν σημαδέψει στο πρόσωπο γιατί αρνιότανε πεισματικά να απαντά στις ερωτήσεις τους, αν για καλή της τύχη δεν την αναγνώριζε ένας από τους δυο αντάρτες που είχε περιθάλψει όταν τους βρήκε τραυματίες.  
Όμως τα βάσανά της δεν τελειώσανε εκεί. Η πρωτομαγιά του ίδιου έτους ξύπνησε ηλιόλουστη, πανέμορφη και φορεμένη με τα χίλια χρώματα της άνοιξης. Κι έτσι χωρίς να το καλοσκεφτεί, άπειρη όπως ήτανε και απονήρευτη, πήρε τις μαθήτριές της για εκδρομή, έναν περίπατο ως το ποτάμι.
Αυτό δεν πέρασε απαρατήρητο από τον Σταθμό της Χωροφυλακής και μόλις επέστρεψαν, τη συνέλαβαν και την οδήγησαν για ανάκριση σε ένα στάβλο που χρησίμευε για κρατητήριο, με σοβαρότατες κατηγορίες. «Είσαι κομμουνίστρια και συνεργάζεσαι με τους αντάρτες. Η προδοσία θα σε στείλει στο απόσπασμα»! Η έρευνα όμως στη Σχολή απέδειξε την αθωότητά της! Βρέθηκαν τα γράμματα που αντάλλασε με τον αξιωματικό αρραβωνιαστικό της και την αφήσανε ελεύθερη.

«Μωρ΄ Άννα, τι τραβάς μωρ΄ συ Αννούλα, 
στα είκοσι τα χρόνια σου παιδούλα»! 

Της τραγουδούσε από το σπίτι του απέναντι ο παππούς, τα απογεύματα σαν έγερνε ο ήλιος»!
Πολλά συγχαρητήρια στον Σύνδεσμο των εκπαιδευτικών, που παίρνοντας αυτή την όμορφη πρωτοβουλία, κατόρθωσε να αποδώσει τιμή, ανείπωτη χαρά και συγκίνηση, στους βραβευθέντες και στις οικογένειές τους.  Μια επιβράβευση ζωής, μια αναγνώριση. Γιατί όπως και να το κάνουμε «Θέλει αρετήν και τόλμην…»! 


Γιάννης Β. Δεβελέγκας     

Πέμπτη 14 Απριλίου 2016

ΜΠΟΥΚΑΛΙ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ



                                                                                    Αθήνα, Μάρτιος 1987
            Αγαπητέ, άγνωστε.

          Την ιστορία αυτή που κρατάς στα χέρια σου, πριν τη βάλω στο μπουκάλι και την ρίξω στην θάλασσα, την έστειλα σε όλες τις Αθηναϊκές εφημερίδες και τα περιοδικά, καθώς και σε όλους  τους σταθμούς της κρατικής και της ελεύθερης  ραδιοφωνίας και τηλεόρασης, αλλά κανείς τους δεν την κοινοποίησε. Είναι μια καταγγελία κατάφωρης ιδεολογικής τρομοκρατίας που ασκείται τα τελευταία χρόνια από τραμπούκους φοιτητές(;), που αλωνίζουν ανενόχλητοι στους χώρους του πανεπιστημίου. Το περίεργο είναι ότι την αγνόησαν ακόμη και εκείνα τα μέσα ενημέρωσης, που κατηγορούν κάποια άλλα δημοσιογραφικά έντυπα, ότι δημοσιεύουν δήθεν στο όνομα της ελευθεροτυπίας τις προκηρύξεις τρομοκρατικών οργανώσεων, αποκαλώντας μάλιστα τους τρομοκράτες ως εκτελεστές, ενώ στην πραγματικότητα είναι κοινοί δολοφόνοι!

          Το περιστατικό που αναφέρεται σε αυτήν την επιστολή είναι απολύτως αληθινό, συνέβη πριν μερικές εβδομάδες και παρότι ενσυνείδητα αποσιωπήθηκε, έγινε ευρέως γνωστό στην πανεπιστημιακή μας κοινότητα. Το παρουσιάζω όπως ακριβώς το έζησα εγώ, αφού πρώτα συστηθώ:

            Είμαι ένα φτωχό παιδί πολύτεκνης αγροτικής οικογένειας. Σπουδάζω δουλεύοντας τα βράδια σε ένα σουβλατζίδικο στο τέρμα Αμπελοκήπων στην Αθήνα για να συμπληρώνω τα λίγα λεφτουδάκια που μου στέλνει ο πατέρας μου. Την φρικτή οικονομική μου κατάσταση, την έχει επιβαρύνει δραματικά και η παράταση του χρόνου των σπουδών μου, αφού ήδη έχω χάσει δύο εξάμηνα, όχι επειδή δεν περνάω τα μαθήματά μου, αλλά από τις απεργίες και τις καταλήψεις που γίνονται κάθε τρεις και λίγο στη Σχολή.

          «Ήταν ένα βαρύ χειμωνιάτικο πρωινό του 1987. Πριν πάω στο μάθημα, πέρασα από τη Γραμματεία για να πάρω μερικά ενημερωτικά φυλλάδια και το πρόγραμμα των εξετάσεων του πέμπτου εξαμήνου. 
         
          Η υπάλληλος της Γραμματείας, μου έδωσε πρόθυμα μερικές φωτοτυπίες στις οποίες περιλαμβανόταν και το βιογραφικό του καθηγητή που θα μας έκανε το πρώτο του μάθημα στον τομέα της Διαχείρισης των Τεχνικών Έργων. Τις πέρασα μέσα από τη λαστιχένια ζώνη που κρατούσε τα βιβλία μου και κατευθύνθηκα προς το αμφιθέατρο. Στα έδρανα εκείνη την ώρα δεν θα καθόταν περισσότεροι από είκοσι - εικοσιπέντε σπουδαστές.  Έπιασα θέση και βάλθηκα να διαβάσω το βιογραφικό του νέου μας καθηγητή: «…Ηλεκτρολόγος – Μηχανολόγος του ΕΜΠ… υποτροφίες... μεταπτυχιακά και διδακτορικό στη Γερμανία, Σύμβουλος στο ΥΠΕΧΩΔΕ, ομότιμος καθηγητής πανεπιστημίου κλπ, κλπ, κλπ ».Ένα πραγματικά εντυπωσιακό βιογραφικό σημείωμα που από μόνο του σε έκανε να σέβεσαι αυτόν τον άνθρωπο!

          Μετά από μερικά λεπτά καθυστέρηση, ο καθηγητής πέρασε το κατώφλι της αίθουσας. Προς μεγάλη μας όμως έκπληξη, αντικρίσαμε έναν άνθρωπο σε κακή κατάσταση. Είχε ένα μεγάλο αιμάτωμα και εκχυμώσεις στο μάτι, μώλωπες σε ολόκληρο το πρόσωπο και μπαταρισμένο το αριστερό του χέρι που το συγκρατούσε κολλημένο στο στήθος ένας φαρδύς επίδεσμος. Ο κατά τα άλλα, ευγενέστατος και επιβλητικός καθηγητής, δείχνοντας να αδιαφορεί για την εξωτερική του εμφάνιση και την κατάσταση της υγείας του, μας εξήγησε, πως την προηγούμενη μέρα του συνέβη κάποιο ατύχημα. Ύστερα μας συστήθηκε, μας καλωσόρισε και προχώρησε στην εισαγωγική διαδικασία του μαθήματος, επισημαίνοντας παράλληλα την αξία που έχει για την προσωπική, την επαγγελματική και την κοινωνική ζωή του ανθρώπου, η προσήλωση στο καθήκον. 

          Εν τω μεταξύ, τα νέα είχαν κυκλοφορήσει αστραπιαία μέσα στους φοιτητικούς κύκλους . Σύμφωνα με αυτά, ενώ βρισκόντουσαν σε εξέλιξη απεργιακές κινητοποιήσεις και είχαν καταληφθεί από μερίδα φοιτητών ορισμένα κτίρια του πανεπιστημίου, ο εν λόγω καθηγητής «διανοήθηκε» να περάσει από το γραφείο του, για να παραλάβει μια δική του, πρωτοποριακή για τα παγκόσμια επιστημονικά χρονικά εργασία. Μια εφαρμογή επιχειρησιακής οργάνωσης, για την οποία είχε εκδηλώσει εντονότατο ενδιαφέρον η τουρκική κυβέρνηση, προκειμένου να την αξιοποιήσει στο υπό κατασκευή τεράστιο υδάτινο φράγμα «Κεμάλ Ατατούρκ».

          Δυστυχώς όμως γι αυτόν, η παρουσία του στο γραφείο έγινε αντιληπτή από ορισμένους  ρυπαρούς καταληψίες, οι οποίοι τον καθύβρισαν χυδαία, τον έδεσαν πιστάγκωνα σε μια καρέκλα, τον φίμωσαν και τον κλείδωσαν στο γραφείο του. Όταν μετά από πολύωρη προσπάθεια ο καθηγητής κατόρθωσε να λυθεί και σπάζοντας την κλειδωμένη πόρτα να βρεθεί στον δρόμο πίσω από το πολυτεχνείο, αυτοί τον ακολούθησαν και τον ξυλοκόπησαν άγρια, μπροστά στα φοβισμένα βλέμματα των περαστικών, που δεν αντέδρασαν καθόλου».

          Αγαπητέ άγνωστε, όταν θα διαβάζεις αυτό το γράμμα ελπίζω και εύχομαι η Ελλάδα μας να μην έχει χρεοκοπήσει, ηθικά, πολιτικά και κοινωνικά.
Φιλάρετος. 

Για την ιστορία, ο ευρών το μπουκάλι στη θάλασσα:

Γιάννης Β. Δεβελέγκας

Δευτέρα 11 Απριλίου 2016

ΑΚΟΛΟΥΘΩΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΕΘΕΛΟΝΤΕΣ

Ώ λίμνη, στα γλαυκά σου τα νερά
Πόσα όνειρα παιδιάτικα λουσμένα
- Άχ πώς ροδογελούν τα Περασμένα
Στης μνήμης τα γιγάντια τα φτερά.

Απ’ το γαλάζιο κόσμο σου, η Χαρά
Η παιδική χαρά μου ξεπροβάλλει
Σεμνή, με τα σεμνά τρελλά της κάλλη
Με δύο ματάκια αθώα κι’ αστραφτερά.

Γιωσέφ Ελιγιά


Ακολουθώντας τα ίχνη μιας ομάδας εθελοντών, βρέθηκα Κυριακάτικα σε μια γραφική παραλία της Παμβώτιδας. Της πανέμορφης λίμνης των Ιωαννίνων, που κέρδισε αυτό το όνομα, από τον πλούτο με τον οποίο αιώνες τώρα τρέφει και τροφοδοτεί τον τόπο ετούτο της Ηπείρου. Παμβώτιδα, η τρέφουσα  την ψυχή και το σώμα, των ζώων, των φυτών και των ανθρώπων. Η τα πάντα και από πάντα τρέφουσα.
Ο στόχος των εθελοντών, ήταν η απαλλαγή της παραλίας, αφενός από τα λογιών - λογιών σκουπίδια που αφελώς εγκατέλειψε εκεί η ανθρώπινη παρουσία και αφετέρου από τις ξεραμένες καλαμιές που απόθεσε τις προηγούμενες βδομάδες, ο νοτιάς που φύσαγε με ένταση.
Για να αισθάνομαι ειλικρινής και τίμιος απέναντί σας, οφείλω να ομολογήσω πως βρέθηκα κοντά στους εθελοντές περισσότερο για να γεμίσω το Κυριακάτικο πρωινό μου με κάτι διαφορετικό από το σύνηθες, παρά επειδή διακατέχομαι από ιδιαίτερες ευαισθησίες αναφορικά με την αποκατάσταση της καθαριότητας, του φυσικού και του αστικού περιβάλλοντος. Είμαι κι εγώ από εκείνους που πιστεύουν πως αυτό είναι υποχρέωση και καθήκον των αρμόδιων υπηρεσιών του κράτους, ακόμη κι όταν αυτές παρουσιάζουν οργανωτικές αδυναμίες και προβλήματα.
 Ύστερα πάλι, σκέφτηκα, τριακόσιες εξήντα πέντε μέρες το χρόνο, είτε από συνήθεια, είτε από αδιαφορία, είτε ακόμη και από έλλειψη ελέγχου κι αστυνόμευσης, βρομίζουμε με σκουπίδια αυτή την υπέροχη πατρίδα στην οποία έχουμε την τύχη να ζούμε. Ας διαθέσουμε και μια μέρα (λίγες ώρες δηλαδή) για να αποκαταστήσουμε ένα μέρος από τη ζημιά.
Ωραίος καιρός, υπέροχο τοπίο, φωνές, γέλια, ξεγνοιασιά. Κάποια στιγμή απόστασα και κάθισα να πάρω μια ανάσα. Κοίταξα τριγύρω τα παιδαρέλια, που με περισσή προθυμία φρόντιζαν να κάνουν τη δουλειά τους άψογα, κάτω από την καθοδήγηση των γονιών και των παιδαγωγών τους. Θυμήθηκα και μια Γερμανίδα καθηγήτρια πανεπιστημίου, που έτυχε να συνταξιδεύουμε πριν μερικά χρόνια αεροπορικώς προς το Λουξεμβούργο, η οποία μου εξομολογήθηκε ευγενικά την απορία και τη δυσφορία της, για τον απέραντο σκουπιδότοπο που συνάντησε στους αρχαιολογικούς χώρους στην Ελλάδα, σε αντίθεση με τους αντίστοιχους της Μικράς Ασίας στην Τουρκία.
Τότε ήταν που συνειδητοποίησα πως το μεγαλύτερο κέρδος, από όλη αυτή την δράση των εθελοντών, δεν ήταν τόσο η απαλλαγή της τοποθεσίας από τα σκουπίδια, που στο κάτω - κάτω της γραφής είμαστε έτοιμοι να την «αποκαταστήσουμε» με περισσότερη βρομιά μέσα σε λίγες μόνο μέρες, όσο η πιτσιρικαρία. Όλοι δηλαδή οι νέοι και τα παιδιά που βρέθηκαν εκεί μαζί μας, οι οποίοι χωρίς να το καταλαβαίνουν, υιοθετούσαν μια νέα συνείδηση. Πλάθονταν μέσα τους αισθήματα κοινωνικής ευθύνης, καλαισθησίας και νοικοκυροσύνης. Γέμιζαν την ψυχή τους με μια ομορφιά που ίσως εμείς οι μεγαλύτεροι να μην τη νοιώσαμε ποτέ.
Νομίζω πως αυτό ήταν το μεγαλύτερο κέρδος απ’ όλη αυτή την εξόρμηση, που τελείωσε μετά το μεσημέρι, με το ίδιο κέφι όπως άρχισε. Χαιρετηθήκαμε όλοι με χαμόγελα και τραβήξαμε ο καθένας για το σπίτι του. Δεν ξέρω αν ήταν σύμπτωση, αλλά πρέπει να ομολογήσω πως την ίδια μέρα το απόγευμα, είχα καλύτερη, από το συνηθισμένο, διάθεση.
Πολλά συγχαρητήρια αξίζουν αυτές και άλλες παρόμοιες πρωτοβουλίες των εθελοντικών ομάδων, που, πλέον των άλλων, έχουν σαν αποτέλεσμα να τύχουν τα νιάτα μας μιας καλύτερης παιδείας.

Κατ, αυτόν τον τρόπο δημιουργείται σε όλους μας η πεποίθηση, πως οι νέες γενιές που μας ακολουθούν, θα αποδώσουν στην πιο όμορφη πατρίδα του κόσμου, στη χώρα με την σπουδαιότερη ιστορία και πολιτισμό, τον σεβασμό που εμείς οι παλιότεροι δεν σταθήκαμε άξιοι να της τον αποδώσουμε.

Γιάννης Β. Δεβελέγκας

Σάββατο 2 Απριλίου 2016

ΜΙΑ ΜΚΟ ΓΙΑ ΤΑ …ΠΑΛΛΟΜΕΝΑ!


            Τον Λουκά, τον συνάντησα για πρώτη φορά στο μεταπτυχιακό. Μάλιστα, για ένα φεγγάρι, έτυχε να συγκατοικήσουμε σε ένα ισόγειο δυάρι στου Ζωγράφου.
            Ένα από εκείνα τα πρωινά, μπήκε φουριόζος στο διαμέρισμα μετά από ξενύχτι, μάζεψε όσες σημειώσεις και επιστημονικά φυλλάδια περιφέρονταν σκονισμένα δεξιά  κι αριστερά, τα καταχώνιασε στα συρτάρια του μεταλλικού του γραφείου, τα κλείδωσε, και ύστερα πέταξε με αποφασιστικότητα το κλειδί σε κάτι θάμνους πίσω στον ακάλυπτο.
-            Τι κάνεις εκεί, τον ρώτησα, τρελάθηκες; Τον άλλο μήνα έχουμε εξετάσεις και τελειώνουμε!
-            Αυτό ακριβώς, μου απάντησε. Τελειώνουμε! Και ύστερα; Λεφτά δεν υπάρχουν κι εγώ δεν έχω γεννηθεί να κάνω τον υπάλληλο! Φεύγω για την Ασία αρχικά κι ύστερα βλέπουμε. Πάρε ότι ψηλά απομείνανε στις τσέπες μου για τα έξοδα του σπιτιού και σου υπόσχομαι πως θα έχεις σύντομα νέα μου!
            Όσο είχατε εσείς νέα από τον Λουκά, άλλο τόσο είχα κι εγώ. Μόνο κάποια στιγμή, ύστερα από χρόνια, έμαθα εντελώς τυχαία από έναν κοινό γνωστό, πως αφού περιπλανήθηκε για καιρό στα βάθη της Ασίας και στη Βόρειο Αφρική, επέστρεψε στην Ελλάδα και έκανε παλαβά λεφτά δημιουργώντας μια αλυσίδα ΜΚΟ!
            Ώσπου, πριν από λίγες μέρες ξαφνικά, χτύπησε το τηλέφωνό μου:
-            Έμαθα πως αυτή την περίοδο είσαι στα Γιάννενα και θα ήθελα να συναντηθούμε γιατί ετοιμάζω κάποιες δουλίτσες με τους μετανάστες που σας φέρνουνε, μου είπε. Και το έκλεισε. Ήταν ο Λουκάς!
            Την επομένη συναντηθήκαμε σε κεντρικό καφέ. Σχεδόν αγέραστος, όλος ενέργεια, τον αναγνώρισα αμέσως αν και κάλυπτε το κάτω μέρος του προσώπου του μία κατάμαυρη γενειάδα ισλαμικού τύπου, προφανώς βαμμένη. Κρατούσε στο χέρι του ένα χαρτί τσαλακωμένο, που μετά τα σχετικά, το ξεδίπλωσε πάνω στο τραπέζι και το σιδέρωσε με το ανάποδο της παλάμης του.
-          Τι είναι αυτή η λίστα; Τον ρώτησα.
-            Ένας κατάλογος με ΜΚΟ, μου είπε με ύφος συνωμοτικό και κοίταξε τριγύρω για να βεβαιωθεί πως δεν μας άκουγε κανένας!
-            Πρόσεξε τώρα, συνέχισε. Από τουρισμό στην Ήπειρο δεν έχετε κάνει προκοπή. Πανηγυρίζατε πέρυσι για τριακόσιες πενήντα χιλιάδες αφίξεις στο αεροδρόμιο του Ακτίου για όλο το χρόνο, όταν στο αντίστοιχο του Ηρακλείου Κρήτης, το νούμερο αυτό το πιάνουνε σε μια βδομάδα του Ιούλη. Επίσης είσαστε περιοχή αραιοκατοικημένη και οι ντόπιοι εδώ καθόλου απαιτητικοί. Ποτέ δεν διεκδικήσατε με πείσμα, ούτε σιδηρόδρομο, ούτε φυσικό αέριο, ούτε αεροδρόμιο στα Γιάννενα, ούτε φροντίσατε τη λίμνη σας που έχει καταντήσει βούρκος. Και τώρα τελευταία μάλιστα, σας πέφτουνε και τα γεφύρια! Όσο για το λιμάνι της Ηγουμενίτσας; Αυτό θα έπρεπε να είχε αναβαθμιστεί αμέσως μόλις έπεσε ο κομουνισμός, όπως το κάνανε οι Ιταλιάνοι στην Τεργέστη.  Εδώ που τα λέμε, και την Εγνατία και τη γέφυρα στο Ρίο που σας έφτιαξαν με είκοσι τόσα χρόνια καθυστέρηση, χάρη σας κάνανε.
-            Έ και λοιπόν; του λέω κάπως ενοχλημένος. Τι θες να πεις;
-            Προβλέπω φίλε μου πως, σε αντίθεση με άλλες περιοχές της Ελλάδας, εσείς έτσι που πάτε θα γεμίσετε με μετανάστες κι έτσι ήρθα εδώ, όπως και άλλοι, για να κάνω μπίζνες. Να σκεφτείς ότι με μερικές μόνο ΜΚΟ που έστησα πριν μια δεκαετία, τσίμπησα τέσσερα εκατομμύρια ευρώπουλα. Έχω μεγάλη προϋπηρεσία. Ιδού και μία λίστα με δικές μου ΜΚΟ που έχω βάλει στα σκαριά!

ΜΚΟ: «Για την κατάργηση της αριστείας», «Για ανοιχτά σύνορα», «Για την αναθεώρηση της ελληνικής Ιστορίας», «Για την κατάργηση του σταυρού απ΄ την ελληνική σημαία», «Για κατάργηση των εθνικών εορτών», «Για μετονομασία των Χριστουγέννων σε Γιορτή του Φωτός», «Για την εμπέδωση της Βελγικής κουλτούρας», « Για μια χαρούμενη gay parade», «Για ταχύρυθμη εκμάθηση της αραβικής γλώσσας», «Για την επαναλειτουργία παλαιών και την κατασκευή νέου τεμένους», «Για το εγκόλπιο του αυτομαστιγώματος», «Για την πάλη ενάντια στην καταπίεση των μουσουλμάνων γυναικών» κ.α.
-          Λουκά σταμάτα απελπίστηκα!
-          Πρέπει να με ακούσεις και να με βοηθήσεις, με το …αζημίωτο φυσικά. Θέλω να βρω εδώ συμπαραστάτες κι έμαθα πως εσύ γνωρίζεις κόσμο! Έχω σπουδαία σχέδια για την Ελλάδα!
-            Η Ελλάδα δεν αντέχει άλλα τέτοια σχέδια Λουκά μου, μπούχτισε. Το μόνο που της έχει απομείνει είναι χρέη. Γι  αυτό λοιπόν, αν θες να βοηθήσεις την Ελλάδα και τους Έλληνες, κάνε μια νέα ΜΚΟ για τα παλλόμενα τα χρέη! Μήπως και μαραθούνε τα παλλόμενα τα χρέη Λουκά μου! Μήπως και μαραθούνε τα … παλλόμενα!



Γιάννης Β. Δεβελέγκας