Ο
Λαλάκης είναι ένας ιδιωτικός υπάλληλος χωρίς σπουδαία επαγγελματική εξέλιξη.
Στην πραγματικότητα έχει παραμείνει στο ίδιο πόστο από την ημέρα που προσελήφθη,
με μέσον, σε μια ασφαλιστική εταιρεία της
πρωτεύουσας την εποχή της μεγάλης
σπατάλης των εν Αθήναις ολυμπιακών αγώνων.
Δηλαδή εν έτει 2004.
Δεν
θα μπορούσες να τον χαρακτηρίσεις ούτε όμορφο ούτε άσχημο, ούτε ψηλό ούτε
κοντό, ούτε το ένα ούτε το άλλο. Γενικά είναι ένας τύπος, «ούτε»! Από εκείνους δηλαδή
τους κοινούς θνητούς που περνούν απαρατήρητοι. Που δεν τους δίνει κανένας
σημασία! Εν ενί λόγω, μια
μετριότητα!
Κι
όμως, είχε κάτι για το οποίο ο ίδιος καμάρωνε
σαν γύφτικο σκεπάρνι καθώς πίστευε ότι αυτό τον έκανε ξεχωριστό και συνεπώς
αποδεκτό στην κοινωνία! Ήταν ένα σπορ κατακόκκινο αυτοκίνητο, με δύο
εντυπωσιακές πλαστικές αεροτομές, δύο εξατμίσεις (Η μία εκ των οποίων ήταν εικονική,
κάτι σαν το ζωγραφισμένο σε μουσαμά μετρό της Θεσσαλονίκης που εγκαινίασε ο
Αλέξης) και τέσσερις σούπερ ντούπερ ουάου μεταχειρισμένες ακτινωτές ζάντες
αλουμινίου μαϊμού!
Εκείνο
το πρωί, τον βρήκε η μάνα του να κοιμάται μπρούμυτα στο μονό του κρεβάτι, εν είδει μωρού!
«Ξύπνα
Λαλάκη, πάλι θα αργήσεις στη δουλειά»! του φώναξε εν διεγέρσει η δόλια η μάνα του. «Και μη ξεχάσεις να μου αφήσεις τα
λεφτά για να πληρώσω τη δόση του αυτοκινήτου», συμπλήρωσε μέσα από έναν βαθύ αναστεναγμό
που δεν κατάφερε να κρύψει!
Ο
Λαλάκης σηκώθηκε βαριεστημένα, και σχεδόν εν
υπνώσει, ντύθηκε, σενιαρίστηκε, παρφουμαρίστηκε και μπήκε στην κατακόκκινη
αμαξάρα του που τον περίμενε φρεσκοπλυμένη στο απέναντι πεζοδρόμιο.
Φωτίστηκε
το πρόσωπό του! Αισθάνθηκε πολύ σπουδαίος ο Λαλάκης μόλις στρογγυλοκάθισε στο
δερμάτινο θερμαινόμενο κάθισμα του οδηγού! «Αυτό είναι» κραύγασε, και γύρισε εν εκστάσει το κλειδί της μηχανής!
Στο
δρόμο είχε κίνηση, αυτό όμως δεν τον ενόχλησε καθόλου. Εν αντιθέσει μάλιστα, το εύρισκε πολύ διασκεδαστικό γιατί του
δινόταν η ευκαιρία να δείξει στην άσφαλτο, αφενός τις δυνατότητες του δικού του
αυτοκινήτου και αφετέρου να επιδείξει τις απαράμιλλες οδηγικές του ικανότητες, απέναντι
στα ανθρωπάκια που οδηγούσαν γύρω του τα παρακατιανά σαραβαλάκια τους.
Και
τότε συνέβη κάτι το απίστευτα εκνευριστικό, αν και εν δυνάμει πιθανό στη νέα εποχή της ηλεκτροκίνησης που ζούμε!
Εντελώς αθόρυβα εμφανίστηκε ακριβώς δίπλα του καθώς περίμενε στο φανάρι, ένα
μεγαλοπρεπές ηλεκτρικό αυτοκίνητο μάρκας Τέσλα! Αισθάνθηκε να υποχωρεί το
έδαφος κάτω από τις ρόδες του, ότι βρισκόταν εν διωγμώ. Ένοιωσε εντελώς ξαφνικά μικρός κι ασήμαντος, όπως
συνέβαινε συχνά στο χώρο της δουλειάς όταν δεχόταν αδιαμαρτύρητα τις
παρατηρήσεις των προϊσταμένων του! Βρισκόταν πλέον εν αμύνη!
Κάρφωσε
εν θερμώ την πρώτη στο σασμάν και
μισοσήκωσε το πόδι από τον συμπλέκτη μαρσάροντας ταυτόχρονα ελαφρά, για να
είναι έτοιμος με το που θα ανάψει το πράσινο να φύγει πρώτος! «Θα σε φτιάξω εγώ
απατεώνα» μουρμούρισε πίσω από το σφιγμένα του δόντια. «Όλα τα λαμόγια και οι
κομπλεξικοί αγόρασαν, ποιος ξέρει με τι κομπίνες, τα ηλεκτρικά του φασίστα του
Ίλον Μασκ και μας παριστάνουν τον σπουδαίο». Ο… Ίλον Μασκ, απλά τον άφησε να προσπεράσει…
Ο
Λαλάκης δεν αναγνώριζε επ’ ουδενί την
επιτυχία των άλλων. Αμφισβητούσε όποιον παρουσίαζε κάποια οικονομική άνεση ή
είχε δημιουργήσει κάτι στη ζωή με τις ικανότητές του και δουλεύοντας σκληρά!
Απατεώνες τους ανέβαζε, λαμόγια και κομπιναδόρους τους κατέβαζε. Μόνο αυτός
ήταν άψογος και αψεγάδιαστος! Όταν μάλιστα καθόταν πίσω από το βολάν του
αυτοκινήτου του, αισθάνονταν Θεός… Άντε ημίθεος!
Μ’
αυτές τις σκέψεις έφτασε εν τέλει στη
δουλειά. Αφού βέβαια κατά τη διαδρομή είχε πρώτα μουντζώσει, είχε βρίσει, είχε νουθετήσει
με μορφασμούς και χειρονομίες υποδεικνύοντας τον σωστό τρόπο οδήγησης, τους
άλλους οδηγούς, παριστάνοντας ο ίδιος τον σπουδαίο!
Έφτασε! Πάρκαρε
με καμάρι δίπλα από το φιατάκι του διευθυντή και βάδισε φουσκωμένος σαν διάνος
προς την είσοδο του κτιρίου που στέγαζε την ασφαλιστική εταιρεία που δούλευε! Λίγο
πριν φτάσει, γύρισε και έριξε μια τελευταία ματιά στην … αμαξάρα του! Ύστερα
έσκυψε το κεφάλι και μπήκε στο κτίριο σαν κλέφτης φοβούμενος μήπως του
αστράψουν καμία καρπαζιά που καθυστέρησε…
Εν κατακλείδι, έτσι είναι η κοινωνία της σήμερον κύριοι, άτιμη! Άλλους τους ανεβάζει κι άλλους τους κατεβάζει, που έλεγαν και οι αρχαίοι Έλληνες στις ταινίες του σινεμά!!!
Γιάννης Β. Δεβελέγκας